Ο προπονητής του Παναιτωλικού, Τραϊανός Δέλλας, μίλησε στον Sport24 Radio 103,3 και την εκπομπή “Matchcenter” με τους Αντρέα Παλομπαρίνι και Λευτέρη Αμπατζή, για την ομάδα του Αγρινίου, την Εθνική και την προπονητική.

Αναλυτικά οι δηλώσεις του:

Για τον Παναιτωλικό και πως θα πορευτεί: “Κάθε νέα σεζόν ξεκινάς από το μηδέν. Μικρό ρόλο παίζει τι έχεις κάνεις την προηγούμενη σεζόν. Πέρσι θα μπορούσαμε να έχουμε μερικούς πόντους παραπάνω. Εμείς ψάχνουμε να βρούμε μια ισορροπία στο παιχνίδι μας. Οι διακοπές λόγω της Εθνικής δεν μας βοηθούν. Πιστεύω ότι θα γίνει ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα”.

Για τις διαφορές των ομάδων: “Ακόμα οι ομάδες είναι όλες μαζί αν δούμε τη βαθμολογία. Οι αποστάσεις είναι μάξιμουμ τρεις βαθμοί. Θεωρώ ότι από εδώ και στο εξής και μέχρι το τέλος του πρώτου γύρο θα ξεκαθαρίσουν πολλά”.

Για τις απουσίες των διεθνών: “Εξαρτάται σε ποια νομάδα είσαι, πόσους διεθνείς έχει κάθε ομάδα και σε τι κατάσταση βρίσκεται η κάθε ομάδα κατά τη διάρκεια της διακοπής. Το πιο βασικό είναι οι αρχές που έχεις ως προπονητής και πως τις διατηρείς”.

Για τη νέα γενιά των προπονητών και την υπομονή που δείχνουν οι διοικήσεις των διοικήσεων: “Η δουλειά είναι συνδυασμένη με τα αποτελέσματα. Θα πρέπει και εμείς να ζούμε μέσα σε αυτό το περιβάλλον. Το αποτέλεσμα είναι ένα κριτήριο για τη δουλειά σου, αλλά αυτό δεν θα πρέπει να αλλάζει τον τρόπο με τον οποίο δουλεύεις. Σημαντικό είναι από ποια συναισθήματα διακατέχεται ο προπονητής”.

Για τον άνθρωπο από τον οποίο έχει επηρεαστεί: “Από κάθε προπονητή προσπαθούσα να πάρω και από τον χαρακτήρα του και από τον τρόπο δουλειάς του. Προς το τέλος της καριέρας μου γεννήθηκαν αρκετά ερωτήματα. Είναι και στο χαρακτήρα του καθενός πως μπορεί να μεταφέρει στους παίκτες ότι έχει αποκομίσει”.

Για το αν έχει δικαιολογήσει κάποιους από τους προπονητές που έχει συνεργαστεί: “Και έχω δικαιολογήσει και έχω αναθεωρήσει πράγματα που ως παίκτης σκεπτόμουν. Είναι μια άλλη ζωή και είναι τελείως φυσιολογικό. Η προπονητική είναι κάτι δημιουργικό. Έχεις κάτι στο μυαλό σου και είναι μαγικό να το βλέπεις στο γήπεδο”.

Για τη χαρά της νίκης πως παίκτης και ως προπονητής: “Του παίκτη η χαρά κρατάει περισσότερο. Του προπονητή τελειώνει λίγο μετά το τέλος του παιχνιδιού”.

Για τις διαφορές των ομάδων εξαιτίας της πίεσης: “Το να είσαι σε μεγάλη ομάδα που έχει στόχο το πρωτάθλημα προφανώς είναι πιο δύσκολο. Έχει να κάνει όμως τι πίεση βάζεις εσύ στην ομάδα. Το θέμα για μένα είναι ποιος από τους παράγοντες μπορεί να αξιολογήσει το πως αγωνίζεται μια ομάδα. Ξέρει για παράδειγμα ο εκάστοτε υπεύθυνος τι εντολές έχει δώσει ο προπονητής και αν τις έχουν ακολουθήσει οι παίκτες; Θα πρέπει να βλέπουμε και τις επιμέρους καταστάσεις του παιχνιδιού και όχι να μένουμε στο αποτέλεσμα. Όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ίδιοι και η διαχείριση είναι διαφορετική. Εγώ πάντα θέλω να δίνω το 100% ως προπονητής. Το τι θα πάρω είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Σαν προπονητής εξαρτάσαι καλώς ή κακώς από τα κέφια των παικτών σου. Είμαι τυχερός γιατί λόγω της παρουσίας μου στο εξωτερικό μπορώ να έχω απευθείας επαφή με τους ξένους παίκτες. Δεν έχω το παραμικρό πρόβλημα με τη γλώσσα. Εμείς στον Παναιτωλικό δουλεύουμε σε ένα υγιές περιβάλλον με μια πολύ καλή διοίκηση χωρίς προβλήματα”.

Για το πότε είναι ευτυχισμένος ένας προπονητής: “Όταν βλέπεις πράγματα που ζητάς στην προπόνηση να γίνονται στο παιχνίδι. Αυτή είναι η μαγεία της προπονητικής. Σίγουρα απορείς και πολλές φορές με πράγματα που βλέπεις. Πάντα υπάρχουν λάθη σε ένα παιχνίδι. Πρέπει να τα βλέπεις και να τα αναλύεις με τους παίκτες σου. Είναι μια διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ. Ένα τρίπτυχο υπάρχει στην προπονητική. Στα λόγια ότι λες ο παίκτης τα ξεχνάει. Στην πράξη ότι κάνει τα καταλαβαίνει. Προσπαθώ με λέξεις και με εικόνες, αλλά περισσότερο μέσω της προπόνησης να δείξω τι ακριβώς ζητάω”.

Για την Εθνική και πως είναι να βλέπει την ομάδα έχοντας ζήσει μεγάλες επιτυχίες: “Είναι ένα φυσικό επακόλουθο. Εμείς κάναμε στην άκρη. Μέχρι το 2010 υπήρχε μια συνέχεια και μέχρι το 2014 υπήρχε μια σταθερά. Μετά ξέφυγε λίγο η κατάσταση, αλλά τα τελευταία χρόνια επανέρχεται η ηρεμία και η σταθερότητα αν και δεν πήγαμε σε κάποια τελική φάση. Αυτό που διακρίνω είναι ότι υπάρχει μια πίεση στην ομάδα να κάνει μεγαλύτερα πράγματα από αυτά που μπορεί. Η πίεση που υπάρχει φαίνεται και στις κινήσεις των παικτών. Το να μην κερδίσουμε ένα παιχνίδι είναι καταστροφικό. Οι απέξω βάζουν το άγχος. Υπάρχει άφθονο ταλέντο και μεσοεπιθετικά είμαστε πολύ καλοί. Στην άμυνα έχουμε από τα κορυφαία στόπερ στην Ευρώπη. Δεν λείπει κάτι. Το άγχος θα πρέπει να αποβάλουμε. Δεν μας λείπει κάτι. Οι παίκτες θα πρέπει να απελευθερωθούν. Δεν είμαστε και η Ισπανία. Να είναι τα παιδιά περισσότερο χαλαροί στο παιχνίδι τους”.

Για το αν έχουμε ως Εθνική αγωνιστική ταυτότητα: “Πλέον το ποδόσφαιρο όπως έχει γίνει κανείς δεν μπορεί να κερδίσει εύκολα κανέναν. Έναυσμα γι” αυτό μπορεί να ήταν η δική μας κατάκτηση το 2004. Να δώσουμε δηλαδή στις μικρομεσαίες ομάδες τη δυνατότητα να πιστέψουν ότι μπορούν και αυτές. Επομένως η ψαλίδα των ομάδων δεν είναι πολύ μεγάλη. Στα παιχνίδια της Εθνικής μας με το Βέλγιο το δείξαμε αυτό. Θα πρέπει εμείς να κάνουμε αυτό που μπορούμε και ότι κάτι παραπάνω. Έτσι αλλάζει η ταυτότητά σου. Να είμαστε προσεκτικοί στην άμυνα και να εκμεταλλευτούμε τις ευκαιρίες που θα έχουμε. Κανένα παιχνίδι δεν είναι εύκολο, αυτό πρέπει να το πούμε. Οι παίκτες της Εθνικής θα πρέπει οι παίκτες μεταξύ τους να έρθουν πιο κοντά. Αυτό είναι το μυστικό”.

Για το ποιος ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής παίκτης με τον οποίο συνεργάστηκε ως παίκτης, αλλά και ως προπονητής: “Σαν παίκτης νομίζω ότι ήμουν τυχερός που έπαιξα μαζί με τον Ίαν Ρας στη Σέφιλντ. Από εκεί και πέρα έπαιξα με τους Μπατιστούτα, Καφού, Τότι, Κασάνο, Μοντέλα, Ντελ Βέκιο, Πανούτσι, ενώ είχα τον Καπέλο προπονητή. Κατάλαβα κάτι από αυτά τα παιδιά. Διέκρινα ταπεινότητα και αφοσίωση στη δουλειά. Αυτό με επηρέασε πολύ στη συνέχεια στο πως θα βοηθήσω και εγώ τα νέα παιδιά. Αυτά τα στοιχεία τους έκαναν διαφορετικούς. Ως προπονητής με όλα τα παιδιά που έχω συνεργαστεί έχω άριστες εντυπώσεις. Ειδικά στην ΑΕΚ που τους είχα από τη Γ΄ Εθνική και δουλέψαμε πάρα πολύ. Ο προπονητής είναι και παιδαγωγός και προσπαθώ μέσω από τη δουλειά να βοηθάω. Το επάγγελμα του προπονητή είναι πολυδιάστατο”.

Για το ποιος επιθετικός τον δυσκόλεψε περισσότερο στο εξωτερικό και στην Ελλάδα: “Το μεγαλύτερο ταλέντο ήταν ο Ρονάλντο. Με δυσκόλεψε περισσότερο ο Ραούλ γιατί δεν σταματούσε ποτέ, είτε με την μπάλα, είτε χωρίς. Στην Ελλάδα ο πιο δύσκολος ήταν ο Βαζέχα. Ήταν απρόβλεπτος, υπερκινητικός και δεν ήξερες από ποια πλευρά θα γυρίσει”.