Το νέο μεταγραφικό απόκτημα του Παναιτωλικού μεγάλωσε στην πιο κακόφημη πόλη του κόσμου, δούλευε σε οικοδομή για να βοηθήσει την οικογένειά του, βρέθηκε να είναι άστεγος αλλά απέφυγε τις κακοτοπίες και η μπάλα αποτέλεσε το «όχημα» για να μην μπλέξει σε συμμορίες και εμπόριο ναρκωτικών

Αν υπάρχει ένα μέρος στον πλανήτη που σίγουρα δεν θα θες να πας είναι η πόλη Σαν Πέδρο Σούλα της Ονδούρας. Πρόκειται για μία περιοχή όπου κυριαρχούν οι συμμορίες και αποτελεί έδρα των μεγαλύτερων βαρόνων ναρκωτικών από το Μεξικό, ενώ η αναλογία ανθρωποκτονιών/μόνιμων κατοίκων είναι 172/100.000. Δεν είναι τυχαίο πως πριν από μερικά χρόνια η εφημερίδα Gurdian έγραψε, μεταξύ άλλων, για εκείνη. «Ο ίδιος ο Σατανάς μένει εδώ στο Σαν Πέδρο. Οι άνθρωποι εδώ σκοτώνονται σαν να μην είναι τίποτα περισσότερο από κοτόπουλα»!

Σε αυτό το περιβάλλον γεννήθηκε τον Ιούνιο του 1996 ο Ντέιμπι Φλόρες, που θα μας «συστηθεί» την επόμενη σεζόν με τη φανέλα του Παναιτωλικού και αναζητώντας στοιχεία για εκείνον γίνεται εύκολα αντιληπτό πως δεν πρόκειται για έναν συνηθισμένο άνθρωπο. Η ιστορία του καθηλώνει και προσφέρει σε όλους μας μαθήματα «δύναμης» και «θέλησης».

Από μικρός κλήθηκε να επιλέξει μεταξύ δύο δρόμων. Ή να υπομείνει τη φτωχή ζωή που βίωνε με την οικογένειά του ή να ακολουθήσει το παράδειγμα αρκετών συμμαθητών και φίλων του που εντάσσονταν στην παρανομία και αναζητούσαν το εύκολο χρήμα, παρότι πολλές φορές το κόστος ήταν η ίδια τους η ζωή. Προτίμησε το πρώτο, αποφάσισε να «παλέψει» και σήμερα μπορεί να αισθάνεται δικαιωμένος.

Οι γονείς του πολλές φορές έμεναν χωρίς δουλειά και ο Φλόρες μαζί με τα τέσσερα αδέρφια του συχνά-πυκνά στερούνταν τα βασικά. Βίωσε εξώσεις από τα σπίτια που έμεναν γιατί δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν το νοίκι, σχολιαρόπαιδο ακόμη εργάστηκε σε οικοδομή για να συνεισφέρει, όπως μπορούσε, στον οικογενειακό κορβανά και μεταγενέστερα αποκάλυψε άγνωστες πτυχές εκείνων των χρόνων. «Αποφάσισα να φύγω από το σπίτι όταν ήμουν 12 ετών. Δεν άντεχα να βλέπω τον πατέρα μου και τη μητέρα μου να κλαίνε επειδή δεν μπορούσαν να μας προσφέρουν τα βασικά. Επρεπε να δουλέψω για να πάω στην οικογένειά μου έστω 20 λεμπίρα (σ.σ. το νόμισμα της Ονδούρας, αντιστοιχούν σε 0,71 ευρώ). Εκείνα τα χρόνια κοιμήθηκα στο δρόμο και έτρωγα ότι έβρισκα. Από τον δρόμο. Ομως πιστεύω στον Θεό και ήξερα πως θα βοηθήσει όσους υποφέρουν. Στεναχωριόμουν για ότι συνέβαινε, αλλά έβλεπα πολλούς φίλους μου να πεθαίνουν επειδή επέλεξαν την εύκολη ζωή και μπλέχτηκαν με όπλα και ναρκωτικά. Δεν το ήθελα για μένα αυτό. Πολλοί που αποκαλούνταν φίλοι μου έρχονταν να με βρουν για να ασχοληθώ με αυτά, αλλά τους απέφευγα. Στο μυαλό μου είχα μόνο έναν απώτερο σκοπό, να παίξω ποδόσφαιρο».

Αυτόματα γίνεται εύκολα αντιληπτό πώς οι παιδικές του αναμνήσεις δεν συνάγουν με των περισσοτέρων, αλλά ο ήρωας της ιστορίας μας έγινε άνδρας από πολύ μικρός και ζούσε με το όνειρο της «στρογγυλής θεάς».

Εγινε μέλος της τοπικής ομάδας Platense Junior και ο τότε προπονητής του Τσάρλι Ζουνίγκα ήταν εκείνος που τον βοήθησε να σταθεί στα πόδια του. Τόσο σε αγωνιστικό επίπεδο όσο και σε αυτό της καθημερινότητάς του. Ξεχώριζε και σε ηλικία μόλις 16 ετών τον «ανακάλυψαν» από την Motagua, όπου και του προσέφεραν επαγγελματικό συμβόλαιο. Η ζωή του πλέον ήταν έτοιμη να αλλάξει και βρέθηκε στην πρωτεύουσα Tegucigalpa.

Τον Φλεβάρη του 2014 ντεμπουτάρισε στη μεγάλη κατηγορία, πριν καν γίνει 18, ενώ λίγο αργότερα συμμετείχε με την U20 της πατρίδας του στην τότε τελική φάση του αντίστοιχου Παγκοσμίου Κυπέλλου που έγινε στη Νέα Ζηλανδία. Παράλληλα με συγκίνηση θυμάται τι έκανε τα πρώτα χρήματα που έβγαλε από το ποδόσφαιρο. «Τα έστειλα όλα στους γονείς μου. Τα είχαν τόση ανάγκη, για εκείνους και τα αδέρφια μου. Για μένα δεν κράτησα ούτε ένα λεμπίρα. Αλλωστε είχα φαγητό…».
.....

Τον Ιούνιο του 2014 όμως ο πατέρας του έφυγε από τη ζωή, κάτι που τον συγκλόνισε. Η ανέχεια που ζούσαν δεν τους επέτρεψε να του παράσχουν κατάλληλή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, «πάλεψε» με την αρρώστεια που τον είχε καταβάλει, αλλά δεν τα κατάφερε.

Ως νέος επαγγελματίας ναι μεν διέθετε πλέον τα προς το ζην, αλλά ακόμη η κατάσταση απείχε παρασάγγας από το να χαρακτηριστεί ομαλή. Βοηθούσε συνεχώς οικονομικά τη μητέρα του που βρήκε δουλειά σε ένα εργοστάσιο υφασμάτων, ενώ και τα 4 αδέρφια του που μεγάλωσαν άρχισαν επίσης να στέκονται μόνα στα πόδια τους.

Ο Φλόρες με «όχημα» την μπάλα κατάφερε να ξεπεράσει κάθε σκόπελο και το μέλλον διαφαίνονταν λαμπρό μπροστά του. Σταδιακά ξεκίνησαν και οι πρώτες κλήσεις στην Εθνική Ανδρών και το 2016, ύστερα από μία τριετία στην Motagua όπου κατέκτησε 2 πρωταθλήματα, ήρθε η πρόταση από τους Vancouver Whitecaps και το MLS. Ενας νέος κόσμος ξεδιπλώθηκε μπροστά του.

Ηταν μόλις 20 στα 21 και έκανε τα πρώτα του βήματα σε κοσμοπολίτικες πόλεις. Ταχυδυναμικό «εξάρι», του προσέφεραν πενταετές συμβόλαιο, την πρώτη του σεζόν έκανε ορισμένες καλές εμφανίσεις αλλά επειδή στον Καναδά ήθελαν να «επενδύσουν» πάνω του αποφασίστηκε να επιστρέψει δανεικός στην Motagua. Ωστόσο το δεύτερο πέρασμά του όμως από το Estadio Nacional δεν στέφθηκε με ανάλογη επιτυχία, λόγω διαφωνιών που είχε με τον προπονητή του Ντιέγκο Βάσκεζ. Βρέθηκε σε δυσμένεια, για μήνες προπονούνταν μόνος του και ήρθε σε ρήξη με την ομάδα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το 2018 να μείνει ελεύθερος από τους Vancouver Whitecaps, αλλά δεν είχε πει… ακόμη την τελευταία του λέξη.

....

Επόμενος σταθμός του η Olimpia, εκ των μεγάλων αντιπάλων της Motagua και η μετακίνησή του προκάλεσε αίσθηση. Εύλογα έγινε το «πρόσωπο» των ημερών και «πολιορκούνταν» από τον Τύπο. «Αν σκοράρω δεν θα πανηγυρίσω, αλλά θα υπερασπίζομαι τη φανέλα της Olimpia μέχρι θανάτου. Σέβομαι την Motagua, τους παίκτες της, τον κόσμο, όλους και όταν τους αντιμετωπίσουμε θα έχω την ευκαιρία να συναντήσω πολλούς φίλους. Ομως τώρα παίζω για τη μεγαλύτερη ομάδα της Ονδούρας», απάντησε αφοπλιστικά.

Αν έκανε…. πράξη τα όσα είπε; Σε 2 σεζόν κατέκτησε ισάριθμους τίτλους, εκείνος ήταν εκ των κορυφαίων της (57 ματς/2 γκολ) και οι εμφανίσεις του είχαν ως αποτέλεσμα τη «μονιμοποίησή» του στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα της χώρας του.

Αλλωστε πριν από μερικούς μήνες βρέθηκε στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη συγκεκριμένα, για το φιλικό της Ονδούρας με τη «γαλανόλευκη» στην Τούμπα, ενώ αυτό το διάστημα συμμετέχει στο Golden Cup (αντίστοιχο EURO για την Κεντρική και Βόρειο Αμερική) και ήταν βασικός στην πρεμιέρα της Εθνικής του όπου στο Χιούστον των ΗΠΑ κέρδισε την Γρενάδα με 4-0.

Η ιστορία του είναι μία από τις χιλιάδες παιδιών που κατάφεραν να ξεφύγουν από τις κακοτοπιές και μεγάλωσαν απότομα. Αυτό στην μπάλα αποδεικνύεται πολλές φορές ευεργετικό, αφού τους προσφέρει το αίσθημα του «μαχητή» και του «νικητή». Εζησε πολλά, στάθηκε όρθιος, ξεχωρίζει και τώρα έρχεται στα μέρη μας.

Ο πατέρας του από εκεί ψηλά θα τον καμαρώνει, όχι μόνο για τις επιτυχίες του εντός των γηπέδων αλλά επειδή κατάφερε να βοηθήσει την οικογένειά του. «Είναι τα πάντα για μένα. Πριν ‘φύγει’ του υποσχέθηκα πως θα μας αγοράσω ένα σπίτι, γιατί θυμάμαι πως μικρός πάντα αλλάζαμε και μετακομίζαμε συνέχεια επειδή μας έδιωχναν αφού δεν είχαμε να πληρώσουμε το νοίκι», αναφέρει συγκινημένος για εκείνον.

Οσο για τη συμφωνία του με τα «καναρίνια» αποτέλεσε πρώτο θέμα στην Ονδούρα, αφού θεωρείται από τα «μεγάλα» ονόματα της χώρας.

Αυτός λοιπόν είναι ο Ντέμπι Φλόρες και ποιος ξέρει. ίσως μία μέρα γίνει εφάμιλλος του Μπάστιαν Σβαϊνστάιγκερ που τόσο θαυμάζει. Ως ποδοσφαιριστής, γιατί σαν άνθρωπος φαίνεται πως έχει ήδη κερδίσει το πιο συμαντικό πρωτάθλημα, εκείνο της ζωής!